Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

Φιλανθρωπία ή κινηματική αλληλοϋποστήριξη;


Η αντίληψη της ΡΙ.ΚΙ.Π. για την κοινωνική πολιτική.

Στις επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές η λεγόμενη κοινωνική πολιτική θα κατέχει περίοπτη θέση στα προγράμματα όλων των συνδυασμών. Η άσχημη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η πλειοψηφία του ελληνικού λαού αποτελεί πεδίον δόξης λαμπρό για τους υποψήφιους δημοτικούς άρχοντες, ώστε να δείξουν το “κοινωνικό” τους πρόσωπο. Όλοι θα υποσχεθούν προγράμματα αλληλεγγύης και στήριξης των πληττόμενων δημοτών, αλλά και των κοινωνικά ευπαθών ομάδων, όπως οι ηλικιωμένοι, τα άτομα με ειδικές ανάγκες, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, οι άνεργοι ή ακόμα και όσοι κάνουν χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών.

Είναι προφανής η χρησιμότητα των κοινωνικών προγραμμάτων για την στήριξη των ευπαθών ομάδων. Από μόνα τους όμως είναι ανεπαρκή για να εξαντλήσουν τις δυνατότητες κοινωνικής παρέμβασης των δημοτικών αρχών. Πόσο μάλλον που η συντριπτική πλειοψηφία των Δήμων υλοποιεί μόνο ένα μικρό τους μέρος. Το ίδιο συμβαίνει, άλλωστε, και στον δικό μας Δήμο, όπου η “ευαισθησία” της δημοτικής αρχής αφήνει απλήρωτους εργαζόμενους σε τομείς κοινωνικής πολιτικής για πολλούς μήνες.

Συχνά, επίσης, οι κοινωνικές υπηρεσίες προς τον πολίτη δίνουν την εντύπωση της φιλανθρωπίας. Η κοινωνική, όμως, πρόνοια και η κοινωνική πολιτική δεν αποτελούν φιλανθρωπικές δράσεις. Οφείλουν να εξελιχθούν με βάση κινηματικές αρχές σε αλληλοβοήθεια, αλληλεγγύη και κοινωνική δικαιοσύνη και να δημιουργήσουν εκείνες τις συνθήκες που θα φέρουν σε συνεργασία όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση καθίσταται ο τοπικός σύνδεσμος όλων των φορέων με κεντρικό όραμα μια κοινωνία συνεργασίας και αλληλοϋποστήριξης.


Ο Δήμος δεν είναι επιχείρηση
Πρέπει λοιπόν να ξεκαθαρίσουμε πως βλέπουμε τον Δήμο. Σαν μια επιχείρηση με πρωταρχικό και απαραβίαστο στόχο τον ισοσκελισμένο προϋπολογισμό ή ένα ζωντανό οργανισμό ενταγμένο στο κοινωνικό γίγνεσθαι; Ερώτημα που καθίσταται ιδιαίτερα σημαντικό στις σημερινές οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, που η καπιταλιστική κρίση, ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, έχει δείξει το πιο αποτρόπαιο πρόσωπό της.

Σάββατο 19 Απριλίου 2014

Και εξαθλιωμένοι και “συνεργάσιμοι” !


Η ανάγκη λήψης δανείου ήταν επιβεβλημένη εκ των πραγμάτων
Στην προ μνημονίου εποχή, η μόνη λύση για μιά οικογένεια που ήθελε να αποκτήσει δική της στέγη ήταν ο τραπεζικός δανεισμός αφού οι (σκόπιμα φουσκωμένες) τιμές των ακινήτων απαιτούσαν από τον μέσο Έλληνα να εργασθεί για δύο ή τρεις ζωές ώστε να μπορέσει να στεγαστεί. Για τον λόγο αυτό στερούνται σοβαρότητας οι απόψεις που χαρακτηρίζουν ως απερίσκεπτο κάθε δανειολήπτη στεγαστικού δανείου.
Οι πολιτικές όμως που ακολούθησαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις από το 2010 και μετά, επέφεραν την βίαιη φτωχοποίηση της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Έτσι εκατομύρια δανειολήπτες βρίσκονται να χρωστούν στις τράπεζες τεράστα ποσά, σε προφανή αναντιστοιχία με τις σημαντικά κατώτερες τρέχουσες εμπορικές τιμές των ακινήτων που είχαν αγοράσει, την στιγμή που τα εισοδήματά τους έχουν καταβαραθρωθεί και καθιστούν αδύνατη ακόμη και αυτή την επιβίωσή τους. Οι τράπεζες όμως απαιτούν τα λεφτά τους. Στο ακέραιο. Δεν εξετάζουμε εδώ το γεγονός ότι στις περισσότερες περιπτώσεις οι τράπεζες δεν έδωσαν ρευστό στους δανειολήπτες αλλά χρεόγραφα, δηλαδή άψυχες τραπεζικές επιταγές, τις οποίες οι οφειλέτες παρέδωσαν στους πωλητές των ακινήτων που με την σειρά τους τις ξανακατάθεσαν στις τράπεζες, χωρίς να μεσολαβήσει δηλαδή πραγματική χρηματική ροή (στα πλαίσια της δημιουργίας χρήματος από το πουθενά – δηλαδή από το χρέος).


Καταργείται ουσιαστικά κάθε προστασία
Δεν τρέφει βέβαια κανείς αυταπάτες ότι το κράτος θα φρόντιζε (ως ώφειλε) να στηρίξει τους αδύναμους πλέον πολίτες. Ούτε ότι θα αναγνώριζε τις τεράστιες ευθύνες του τραπεζικού συστήματος για την κατάσταση που έχει περιέλθει ο λαός. Η πολιτεία ακολούθησε τις απόψεις του “μαζί τα φάγαμε”, δηλαδή τα ενσυνείδητα ψεύδη όλων αυτών που απαξιώνουν τα τελευταία χρόνια τον ελληνικό λαό υπηρετώντας ανερυθρίαστα τα αφεντικά τους, δηλαδή την ντόπια ολιγαρχία.
Η επιλογή της ολιγαρχίας και του πολιτικού της (υπηρετικού) προσωπικού ταυτίστηκε με τα συμφέροντα των τραπεζών. Ακόμα και ο νόμος για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά (νόμος Κατσέλη) αφορά ένα μικρό ποσοστό των δανειοληπτών ενώ εξαιρεί όσους έχουν εμπορική ιδιότητα. Οι διατάξεις που προστάτευαν αποτελεσματικά την κύρια κατοικία αλλά και κάθε ακίνητο για χρέη έως 200.000 ευρώ δεν ισχύουν πιά.